- ωρίμαση
- Το σύνολο των φυσικοχημικών διεργασιών, που παρεμβαίνουν στον μετασχηματισμό της ωοθήκης του άνθους, μετά τη γονιμοποίηση· από το γονιμοποιημένο ωοκύτταρο παράγονται το έμβρυο, το ενδοσπέρμιο και τα καλύμματα του σπέρματος· από το καρπόφυλλο και, ανάλογα με την περίπτωση, από τα άλλα ανθικά μόρια (κάλυκας, ανθοδόχη κλπ.) σχηματίζεται ο καρπός, άλλοτε σαρκώδης και άλλοτε ξηρός.
Στον σαρκώδη καρπό η διεργασία της ω. οδηγεί στην αύξηση του όγκου με πολλαπλασιασμό των κυττάρων και μετασχηματισμό των ιστών· στον ξηρό καρπό, αντίθετα, ο ιστοί που προέρχονται από το καρπόφυλλο μικραίνουν σε όγκο και αποξηραίνονται. Ταυτόχρονα, στους σαρκώδεις καρπούς, οι ζαχαρούχες ουσίες αυξάνουν με ενζυματικές διεργασίες, που διασπούν το άμυλο· τα οργανικά οξέα (μηλικό, ταρταρικό, κιτρικό) διασπώνται με οξείδωση· οι πηκτινικές ύλες ζελατινοποιούνται, παρέχοντας στον καρπό απαλότητα ενώ οι περιφερειακές ταννίνες οξειδώνονται επίσης.
Aυτά τα φαινόμενα είναι διαφορετικά από είδος σε είδος και συμβαίνουν σε μία ορισμένη εποχή, ανάλογα με τις οικολογικές συνθήκες και τη θερμοκρασία. Στα καλλιεργούμενα φυτά, αν δημιουργηθούν συνθήκες διαφορετικές από τις κανονικές μπορεί να επιτευχθεί πρώιμη ή όψιμη ω. Φτάνοντας στην πλήρη ω., ο καρπός γρήγορα αλλοιώνεται, δηλαδή υπερωριμάζει και μαραίνεται. Στην περίπτωση αυτή οι διεργασίες της ζύμωσης καταστρέφουν τα σάκχαρα, προκαλώντας τον σχηματισμό αλκοόλης, διοξειδίου του άνθρακα και οξέων· οι υδατάνθρακες, οι πηκτινικές ύλες και οι λιπαρές ουσίες υδρολύονται, ενώ επάνω στο υπόθεμα αυτό εγκαθίστανται κατά το πλείστον οι πιο ποικίλες μούχλες.
Επειδή πολλοί καρποί γίνονται αντικείμενο εμπορίου, διακρίνουν την ω. τους σε βιομηχανική ή εμπορική, και φυσική ή γεωργική, οι οποίες δεν συμπίπτουν πάντα. Πολλές φορές η εμπορική ή βιομηχανική ω. προηγείται και άλλοτε, σπάνια, ακολουθεί τη γεωργική ή φυσική ω. Παράδειγμα της πρώτης περίπτωσης είναι οι πρασινωπές ντομάτες και λεμόνια και της δεύτερης τα σούρβα, τα κούμαρα, τα μούσμουλα. Γενικά, η εμπορική ω. συμπίπτει με ορισμένες οργανοληπτικές ιδιότητες της γεύσης και του χρώματος του ώριμου καρπού που τον κάνουν επιθυμητό στον καταναλωτή.
Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι μερικοί καρποί, όπως τα μήλα και τα αχλάδια, ακόμα και όταν μαζευτούν πριν από την πλήρη ω., τη συμπληρώνουν στην αποθήκη, ενώ αντίθετα άλλοι, όπως τα ροδάκινα, τα βερίκοκα, τα σταφύλια, πρέπει να συμπληρώνουν την ω. τους επάνω στο δέντρο, δηλαδή πρέπει να μαζεύονται σχεδόν σε φυσική ή γεωργική ω. Ακόμα πιο διαφορετική και συνήθως διαδοχική της γεωργικής ή φυσικής ω. είναι η φυσιολογική ω., κατά την οποία τα σπέρματα γίνονται ικανά να φυτρώσουν.
* * *και εσφ. τ. ωρίμανση, η, Ν1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού ωριμάζω2. (ειδικότερα) το σύνολο τών βιοχημικών και μορφολογικών μεταβολών τις οποίες υφίσταται ένα φυτικό όργανο ωσότου φτάσει σε ωριμότητα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ωριμάζω. Η λ. ὡρίμασις μαρτυρείται από το 1796 στο Γερμανοαπλορρωμαϊκόν Λεξικόν τού Karl Weigel].
Dictionary of Greek. 2013.